Γ. Ποταμιάνος: Το Brexit και η ασάφεια της κ. Μέι

Γ. Ποταμιάνος: Το Brexit και η ασάφεια της κ. Μέι


Του
ΓΕΡΑΣΙΜΟΥ ΠΟΤΑΜΙΑΝΟΥ


Η Τερέζα Μέι στα τέλη του 2018 έκλεισε μια συμφωνία με τις Βρυξέλλες, η οποία έκρυβε την παραμονή της Βρετανίας στην τελωνειακή ένωση για απροσδιόριστο χρόνο και με αδυναμία αποχώρησης, χωρίς την έγκριση της ΕΕ. Τελικά επέζησε από την πρόταση μομφής που κατέθεσε εναντίον της το 35% των βουλευτών του κόμματός της, αλλά οι χειρισμοί της διαμόρφωσαν έναν εκβιασμό για αποδοχή της εκδοχής του Brexit, που εγκλωβίζει τη Βρετανία στην τελωνειακή ένωση, με μια ασαφή πολιτική δήλωση.

Μετά τον Δεκέμβριο του 2018 το Βρετανικό Κοινοβούλιο εντυπωσίασε με έντονες συζητήσεις και πολλαπλές ψηφοφορίες, δίνοντας την εντύπωση χάους.

Όλα αυτά είναι εξηγήσιμα καθώς αποτελούσαν κινήσεις μιας παρτίδας σκάκι. Οι αποφάσεις της Βουλής απαντούσαν στις διαδοχικές κινήσεις της Μέι, που διατηρεί την πρωτοβουλία, καθώς το διχασμένο κόμμα των Τόρηδων δεν έχει αποφασίσει ακόμη να την παραμερίσει. Παράλληλα ο Κόρμπιν κινείται με επαμφοτερίζοντα τρόπο, καθώς προσπαθεί να διατηρήσει την ενότητα του επίσης διχασμένου κόμματος των Εργατικών.

Η Μέι εξακολουθεί να επιμένει να κερδίσει την υποστήριξη της συμφωνίας που διαπραγματεύτηκε με την Ευρώπη. Υπολογίζει ότι οι υποστηρικτές του Brexit, που έχουν καταγγείλει τη συμφωνία της μέχρι τώρα, μπορούν να αλλάξουν γνώμη αν πιστέψουν ότι η εναλλακτική λύση είναι μια μεγάλη καθυστέρηση που θα οδηγήσει σε ακύρωση του Brexit.

Ωστόσο η μεγάλη πλειοψηφία των βουλευτών κατανοεί ότι η συμφωνία της Μέι δεν είναι απλώς ατελής, αλλά δεν είναι καν ένας αμυντικός συμβιβασμός. Διότι στερεί από τη Βρετανία την πολιτική αυτονομία, που ήταν ο σκοπός του Brexit.

Πολλοί από τους βουλευτές που την υποστήριξαν ή θα μπορούσαν να αλλάξουν γνώμη και να την υποστηρίξουν παίζουν με την ιδέα ότι με το πέρασμα του χρόνου, θα μπορέσουν να βελτιώσουν ένα «κακό» Brexit. Για πολλούς άλλους όμως αυτό είναι μια αυταπάτη. Το Ηνωμένο Βασίλειο δεν θα μπορεί εύκολα να εγκαταλείψει μονομερώς την τελωνειακή ένωση. Το σημείο αυτό, που η Μέι προσπάθησε να κρύψει, αποτελεί το μεγαλύτερο δημοκρατικό της «ατόπημα», ενώ προσέβαλε το αίσθημα εθνικής κυριαρχίας των βρετανών βουλευτών και ιδιαίτερα του κόμματός της.

Οι ευρωσκεπτικιστές του Συντηρητικού Κόμματος (ERG) βρήκαν νομικά κενά στη συμφωνία της Μέι σχετικά με το θέμα των ιρλανδικών συνόρων. Έκριναν μάλιστα ότι οι αλλαγές επί της συμφωνίας που έφερε η πρωθυπουργός από τις Βρυξέλλες δεν αποτελούν νομικά δεσμευτικές αλλαγές.

Ο γενικός εισαγγελέας, υποστήριξε ότι οι αλλαγές στη συμφωνία που είχε φέρει η Μέι ως πολιτική διακήρυξη ενισχύουν τη θέση της Βρετανίας σε περίπτωση που η ΕΕ δεν τηρήσει τις υποχρεώσεις της για εναλλακτική λύση στο backstop, ωστόσο παραμένουν οι νομικοί κίνδυνοι να εγκλωβιστεί η χώρα στο backstop.

Μετά από αυτά, στο διάγγελμα που απηύθυνε στον βρετανικό λαό, με εμφανή ίχνη λαϊκισμού, η πρωθυπουργός εξαπέλυσε επίθεση κατά του Κοινοβουλίου. «Δύο χρόνια μετά το δημοψήφισμα οι βουλευτές δεν μπόρεσαν να το υλοποιήσουν και ως εκ τούτου δεν θα μπορέσουμε να φύγουμε εγκαίρως από την Ένωση».

Λίγο πριν εκπνεύσει η προθεσμία αποχώρησης (29 Μαρτίου), το χρονικό όριο μετατέθηκε για δύο μόλις εβδομάδες. Η 12η Απριλίου είναι ημερομηνία-κλειδί ως προς το αν το Ηνωμένο Βασίλειο θα συμμετάσχει στις ευρωεκλογές. Εάν αποφασίσει να μη συμμετάσχει, η εναλλακτική της μακροχρόνιας παράτασης αυτομάτως αποκλείεται.

Στην πράξη, η Ευρωπαϊκή Ένωση έστειλε πάλι την μπάλα πίσω στη Βρετανία, διευκολύνοντας την πίεση της Μέι στους βουλευτές, που πρέπει να αποφασίσουν μέχρι τις 12 Απριλίου εάν θα συμμετάσχει στις ευρωεκλογές. Έτσι, η στάση της πρωθυπουργού έχει προκαλέσει οργισμένες αντιδράσεις από όλες τις πλευρές της αντιπολίτευσης αλλά και του κόμματός της. Διαβλέπουν μία ακόμη προσπάθεια εκφοβισμού των βουλευτών, με απώτερο στόχο να περάσει τη συμφωνία της από το Κοινοβούλιο χωρίς καμιά αλλαγή.

Οι ευρωσκεπτικιστές είναι αντίθετοι με παράταση πέραν του Ιουνίου, ενώ οι φιλοευρωπαίοι την κατηγορούν ότι παίζει ένα ανήθικο παιχνίδι, προβάλλοντας ως φόβητρο την περίπτωση της άτακτης εξόδου.

Τελικά η Μέι αποφάσισε να θέσει και πάλι σε ψηφοφορία τη Συμφωνία Αποχώρησης, αλλά χωρίς την Πολιτική Δήλωση για τη μελλοντική σχέση με την ΕΕ, ελπίζοντας να λάβει το πράσινο φως της πλειοψηφίας σε αυτό το τμήμα της συμφωνίας, προκειμένου να εξασφαλίσει την παράταση της εξόδου έως τις 22 Μαΐου.

Υπάρχει τώρα ως νέο δεδομένο η δέσμευση παραίτησης της πρωθυπουργού, εφόσον η συμφωνία εγκριθεί. Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι ευρωσκεπτικιστές βουλευτές του Συντηρητικού Κόμματος, όπως ο Μπόρις Τζόνσον, αυτήν τη φορά θα πουν «ναι» στη συμφωνία.

Ωστόσο για το DUP, το μικρό ενωτικό κόμμα της Βόρειας Ιρλανδίας, το ζήτημα των ιρλανδικών συνόρων παραμένει άλυτο.

Και βέβαια οι Εργατικοί θα συνεχίσουν να αντιστέκονται. Η Μέι χρειάζεται να κερδίσει και τους 75 αντάρτες της προκειμένου να ανατρέψει το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας της 13ης Μαρτίου. Εάν τα καταφέρει θα έχει κερδίσει την παράταση έως τις 22 Μαΐου και θα πρέπει σε ύστερο χρόνο να επαναλάβει τη διαδικασία για την Πολιτική Διακήρυξη που συνοδεύει τους όρους αποχώρησης.

Η Κομισιόν έσπευσε να δηλώσει πως η έγκριση της συμφωνίας είναι αρκετή για να διασφαλίσει τη συντεταγμένη αποχώρηση.

Σε κάθε περίπτωση, εάν έπειτα από δύο χρόνια άκαρπων πήγαιν’-έλα στις Βρυξέλλες οι τακτικές της τελευταίας στιγμής της πρωθυπουργού πετύχουν, η Πολιτική Δήλωση για τη μελλοντική σχέση με την ΕΕ θα είναι η πιο προβληματική συνθήκη στη σύγχρονη ιστορία της βρετανικής διπλωματίας.


Σχολιάστε εδώ