Π. Νεάρχου: Τα κοιτάσματα φυσικού αερίου και οι διαβουλεύσεις για δήθεν «λύση» του Κυπριακού

Π. Νεάρχου: Τα κοιτάσματα φυσικού αερίου και οι διαβουλεύσεις για δήθεν «λύση» του Κυπριακού


Γράφει ο
ΠΕΡΙΚΛΗΣ  ΝΕΑΡΧΟΥ
Πρέσβυς ε.τ.


Την Πέμπτη 28 Φεβρουαρίου ανακοινώθηκαν επισήμως τα αποτελέσματα από τη γεώτρηση της Exxon Mobil στο βυθοτεμάχιο «Γλαύκος» της Κυπριακής ΑΟΖ. Τα αποτελέσματα είναι πολύ ενθαρρυντικά. Η απολήψιμη ποσότητα φυσικού αερίου υπολογίζεται μεταξύ 5 και 8 τρισ. κυβικών ποδιών.

Σε συνδυασμό με τις ποσότητες που έχουν ήδη εντοπισθεί στα βυθοτεμάχια «Καλυψώ» και «Αφροδίτη» και τις ελπιδοφόρες προοπτικές που υπάρχουν για άλλα βυθοτεμάχια, τα αποτελέσματα του «Γλαύκου» ε­ντάσσουν την Κύπρο στον χάρτη των χωρών-παραγωγών φυσικού αερίου και ενισχύουν συνολικά τον ρόλο της Ανατολικής Μεσογείου στην παγκόσμια ενεργειακή αγορά και στον εφοδιασμό της Ευρώπης.

Η Κύπρος ακολούθησε εγκαίρως μια συστηματική πολιτική οριοθετήσεως της ΑΟΖ, προς την πλευρά, τουλάχιστον, της ελεύθερης Κύπρου, και διεξαγωγής ερευνών. Η πολιτική αυτή δικαιώνεται από την εμπλοκή διεθνών εταιρειών-κολοσσών και από τα καρποφόρα αποτελέσματα, τα οποία αναβαθμίζουν εκ των πραγμάτων τη γεωπολιτική και στρατηγική θέση της Κύπρου και διανοίγουν γι’ αυτήν πρωτόγνωρες οικονομικές προοπτικές.

Αναπόσπαστο μέρος της ενεργειακής αυτής πολιτικής είναι οι στρατηγικές συμμαχίες που αναπτύχθηκαν στην περιοχή, σε συνεργασία με την Ελλάδα. Συγκεκριμένα με το Ισραήλ και την Αίγυπτο. Η σημερινή πολιτική συγκυρία, που χαρακτηρίζεται από ένταση στις σχέσεις των δύο παραπάνω χωρών με την Τουρκία, είναι ένας ευνοϊκός παράγων για την ανάπτυξη των τριγωνικών στρατηγικών σχέσεων αντιστοίχως με το Ισραήλ και με την Αίγυπτο.

Υπάρχουν στοιχεία σχετικά με τις δύο σύμμαχες χώρες, τα οποία επιτρέπουν την εκτίμηση ότι η επιδείνωση των σχέσεών τους με την Τουρκία δεν είναι συγκυριακή και ότι έχει βαθύτερα αίτια. Στην περίπτωση του Ισραήλ αυτό μπορεί συγκεκριμένα να εντοπισθεί σε δύο παράγοντες. Ο πρώτος είναι η Ισλαμοποίηση της Τουρκικής κοινωνίας από το καθεστώς Ερντογάν και η απομάκρυνση από τις αρχές και τα κηρύγματα του κοσμικού Κεμαλικού κράτους, όσο επιφανειακό και αν ήταν αυτό. Είναι ενδεικτική από την άποψη αυτή η στροφή της Τουρκίας στο Μεσανατολικό.

Φαίνεται πολύ δύσκολη σήμερα η επιστροφή της Άγκυρας στην ιδέα του κοσμικού Δυτικότροπου κράτους, μετά τη σύνδεση ιδίως των ηγεμονικών φιλοδοξιών της Άγκυρας με την ιδέα του Ισλάμ, που ήταν η κινητήρια ιδεολογική δύναμη του νοσταλγούμενου Οθωμανικού αυτοκρατορικού παρελθόντος.

Οι ηγεμονικές φιλοδοξίες της Άγκυρας, ιδιαίτερα εκείνες που επιδιώκουν απροκάλυπτα Τουρκική αεροναυτική ηγεμονία στην Ανατολική Μεσόγειο, δεν στρέφονται μόνο κατά της Ελλάδος και της Κύπρου. Στρέφονται επίσης κατά του Ισραήλ και της Αιγύπτου, που είναι οι ισχυρότερες χώρες στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου και της Εγγύς Ανατολής και έχουν επιπλέον σήμερα μεγάλα ενεργειακά αλλά και αυξημένα στρατηγικά συμφέροντα σ’ αυτήν.

Το Ισραήλ δεν θα ήθελε σε καμιά περίπτωση οι Δυτικές προσβάσεις του προς τη θάλασσα, τις ΗΠΑ και την Ευρώπη να ελέγχονται από μη φιλικό κράτος, όπως η σημερινή Τουρκία του Ερντογάν. Στο πλαίσιο αυτό, δεν θα ήθελε επίσης η εξαγωγή του φυσικού του αερίου να εξαρτάται από την Άγκυρα, μέσω αγωγού που θα διερχόταν από την Τουρκία. Υποστηρίζει γι’ αυτό ένθερμα την κατασκευή του αγωγού Ανατολικής Μεσογείου (East Med), αντίθετα με τους δισταγμούς και τις επιφυλάξεις που είχε προηγουμένως, αναμένοντας την έκβαση των πολιτικών εξελίξεων στην Τουρκία.

Την εκτίμηση, δηλαδή, αν η στροφή της Άγκυρας είναι αναστρέψιμη ή όχι. Φαίνεται πως η εκτίμηση της σημερινής, τουλάχιστον, κυβερνήσεως του Βενιαμίν Νετανιάχου είναι ότι η κατάσταση πλέον στην Τουρκία δεν είναι αναστρέψιμη και ότι η πολιτική και η στρατηγική του Ισραήλ πρέπει να καθορισθούν και να προσανατολισθούν με βάση αυτό το δεδομένο.

Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν αντίθετες φωνές και ένα φιλοτουρκικό λόμπι, το οποίο καραδοκεί να αποκτήσει μεγαλύτερη επιρροή με μια άλλη κυβέρνηση. Το Ισραήλ έχει κοινοβουλευτικές εκλογές τον ερχόμενο Απρίλιο. Υπάρχει επίσης ο παράγων της Αμερικανικής πολιτικής, η οποία προσπαθεί να συνδυάσει τη φιλική προς το Ισραήλ πολιτική με τη μέριμνά της να κρατήσει την Τουρκία στο Δυτικό στρατόπεδο και μακριά από το Ιράν. Είναι ενδεικτική από την άποψη αυτή η επίσκεψη στην Άγκυρα, για να έχει συνομιλίες με τον Ταγίπ Ερντογάν, του γα­μπρού και συμβούλου του Προέδρου Τραμπ Τζάρεντ Κούσνερ.

Ένας άλλος παράγων, που μπορεί να επηρεάσει την πολιτική αυτή του Ισραήλ, είναι η ακολουθούμενη από την Ελλάδα και την Κύπρο πολιτική έναντι της Τουρκίας, ιδιαίτερα στο Κυπριακό, όπως θα δούμε παρακάτω.

Η Αίγυπτος έχει ανάλογους λόγους που προσδιορίζουν την πολιτική της έναντι της Άγκυρας. Ο Τούρκος Πρόεδρος εξακολουθεί να καταγγέλλει τον Στατάρχη Αλ Σίσι ως πραξικοπηματία που ανέτρεψε την κυβέρνηση των Αδελφών Μουσουλμάνων του Μόρσι. Ο Ταγίπ Ερντογάν φιλοδοξούσε να χρησιμοποιήσει τη Μουσουλμανική Αδελφότητα στην Αίγυπτο και αλλού ως ιδεολογικό έρεισμα μιας Τουρκικής επιρροής και ηγεμονίας στον Αραβικό κόσμο. Η ανατροπή Μόρσι ανέκοψε τα σχέδια και τις φιλοδοξίες του.

Η Αίγυπτος, ως ηγέτιδα δύναμη του Αραβικού κόσμου, είναι φυσικό να ανταγωνίζεται τις Τουρκικές φιλοδοξίες. Το καθεστώς Αλ Σίσι είναι φυσικό επίσης να αντιμετωπίζει ως εχθρό προτεραιότητας τους υποστηριζόμενους από την Άγκυρα Αδελφούς Μουσουλμάνους, που επιδίδο­νται, μεταξύ άλλων, σε τρομοκρατικές ενέργειες. Οι Τουρκικές, ειδικότερα, φιλοδοξίες για αεροναυτική ηγεμονία στην Ανατολική Μεσόγειο αντιμετωπίζονται, προφανώς, με ανάλογη εχθρότητα από το Κάιρο, το οποίο έσπευσε ήδη να προμηθευθεί σημαντικούς αεροναυτικούς εξοπλισμούς από τη Ρωσία και τη Γαλλία.

Διαπιστώνουμε επομένως ότι, τόσο για το Ισραήλ όσο και για την Αίγυπτο, υπάρχουν πολύ ισχυροί λόγοι για τη στρατηγική σύγκλιση και συμμαχία με την Ελλάδα και την Κύπρο. Το αδύνατο σημείο για την Ελληνική πλευρά είναι η ακολουθούμενη κατευναστική πολιτική έναντι της Τουρκίας, σε συνδυασμό με μια πρωτοφανή αδράνεια στην αμυντική πολιτική, που υποσκάπτει, ολοένα και περισσότερο, τον υπάρχοντα συσχετισμό δυνάμεων.

Η αδράνεια αυτή χρονολογείται πριν ακόμη από την οικονομική κρίση. Η τελευταία όμως καθιστά ακόμη πιο δύσκολη την αναπλήρωση του χαμένου χρόνου και την έγκαιρη προμήθεια των αναγκαίων εξοπλισμών. Ανεξάρτητα, πά­ντως, από τις οικονομικές συνθήκες, πρέπει να βρεθούν τρόποι για την άμεση ενίσχυση της άμυνας, ώστε να αποσοβήσει η χώρα τον κίνδυνο στρατηγικού εκβιασμού με μοιραίες συνέπειες.

Στην περίπτωση ειδικότερα της Κύπρου επιχειρείται η δήθεν «λύση» του Κυπριακού, με πρωταγωνιστή του παρασκηνίου τη Μεγάλη Βρετανία και με όρους που θα κατέλυαν την Κυπριακή Δημοκρατία, θα ανεγνώριζαν και θα νομιμοποιούσαν το ψευδοκράτος στα κατεχόμενα, θα παρείχαν «πολιτική ισότητα» στους Τουρκοκυπρίους, υποδούλωση, δηλαδή, της Ελληνικής πλειοψηφίας του 80% στην Τουρκική μειοψηφία του 18%, ελεγχόμενη μάλιστα από την Άγκυρα, διατήρηση των εγγυήσεων και Τουρκικού στρατού και μετά τη «λύση» και, τέλος, «ισότιμη μοιρασιά» του φυσικού αερίου της ΑΟΖ της ελεύθερης Κύπρου!

Σε μια τέτοια περίπτωση, η Άγκυρα θα έμπαινε, μέσω Κύπρου, στα ενεργειακά της Ανατολικής Μεσογείου, θα μετέτρεπε ολόκληρη την Κύπρο σε δικό της στρατηγικό χαρτί και προτεκτοράτο, θα άνοιγε τον δρόμο για την πλήρη Τουρκοποίηση του νησιού και θα διεμβόλιζε, βεβαίως, τις σημερινές στρατηγικές συμμαχίες της Ελλάδος και της Κύπρου με το Ισραήλ και την Αίγυπτο!

Οι ανεπιφύλακτοι θιασώτες της «λύσεως» του Κυπριακού, ανεξάρτητα από όρους, θα οδηγούσαν, στο ενδεχόμενο αυτό, το νησί σε μια ανείπωτη τραγωδία και καταστροφή, όταν σήμερα βρίσκεται σε μια εξόχως πλεονεκτική και στρατηγική θέση.


Σχολιάστε εδώ