ΣΟΥ ΑΡΕΣΟΥΝ ΟΙ ΠΑΤΑΤΕΣ, ΤΟΤΕ, ΑΝ ΤΙΣ ΒΡΕΙΣ, ΦΑΤΕΣ

ΣΟΥ ΑΡΕΣΟΥΝ ΟΙ ΠΑΤΑΤΕΣ, ΤΟΤΕ, ΑΝ ΤΙΣ ΒΡΕΙΣ, ΦΑΤΕΣ

Μία πατάτα κύλησε
κι έπεσε στό χαντάκι
ο κόσμος γύρω σιωπηλός
καί γύρω γύρω δράκοι.
•••
Ο φόβος κυριάρχησε
γιατί ποιός θά τολμούσε
νά μπεί ώς πείνας κυνηγός
στήν τρύπα πού κοιτούσε.
•••
Οι δράκοι ήτανε φρουροί
στημένοι γύρω γύρω
καί τρόμαζαν κάθε θνητό
ώς τής κατάρας κλήρο.
•••
Παντού μαυρίλα έστεκε
μόνο κάτι τσιγγάνοι
φορούσαν ρούχα γιορτινά
λές κι ήταν απ’ τήν Μάνη.
•••
Γενναίοι, χαμογελαστοί
κοιτάζανε ώς γάτες
γιατί πολλά γνωρίζανε
πολλά γιά τίς πατάτες.
•••
Οι δράκοι, αγριάνθρωποι
τούς ήξεραν απ’ τά χρόνια
όταν πουλούσαν
«γιασεμιά»
ψάλλοντας σάν αηδόνια.
•••
Τά γιασεμιά σέ ζάλιζαν
δέν ήτανε τσιγάρα
αλλά κάτι φυτώρια
τού διάολου κατάρα.
•••
Ο τρόπος τής εκφώνησης
κατείχε τόση γλύκα
πού καί οι δράκοι χόρευαν
στήν Πλάκα καί
στήν Πνύκα.
•••
Μόνο η πατάτα μοναχή
περίμενε η καημένη
ποιός θά σαλτάρει
στήν οπή
νά βγεί ευτυχισμένη.
(…)
Πείνα τήν Χώρα μάστιζε
καί η κυκλοφορία
δέν γίνονταν μέ μηχανές
ούτε λεωφορεία.
•••
Αδύνατοι καί νηστικοί
πάνω στήν πλάτη τ’ άλλου
ένας τόν άλλο κόμιζε
μέ δύναμη μετάλλου.
•••
Νοσοκομεία αδειανά
οι, δέ, γιατροί στήν Λόντρα
ενώ στό «Βολευτήριο»
κόντρα πάνω στήν κόντρα.
•••
Ψυχορραγούσε ο Λαός
καί τά παιδιά πεθαίναν
από τήν πείνα τήν τρανή
κι από «παπά» κανέναν.
(…)
Τά χρόνια κατρακύλαγαν
κι οι μέρες σαπισμένες
πέφτανε στόν κατήφορο
ώς Ζάλογγου Παρθένες.
•••
Καί η πατάτα μοναχή
ακόμα περιμένει
ώσπου η μέρα νά τήν βρει
κι αυτήν τηγανισμένη.
•••
Έτσι στήν Χώρα
τής φωτιάς
οι πάντες θά ρωτιούνται
πού ’ναι αυτοί
πού ψήφισαν;
(ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΕΔΩ,
ΚΟΙΜΟΥΝΤΑΙ).
…………………………………………..
(Μήγαρις έχω άλλο
στο νου μου
πάρεξ ελευθερία
και γλώσσα).
Δ. Σολωμός


 
Απολαύστε περισσότερο Φιοράντε  ΕΔΩ


Σχολιάστε εδώ