Ν. Γ. Χαριτάκης: Ερμηνεύοντας την καθημερινότητα

Ν. Γ. Χαριτάκης: Ερμηνεύοντας την καθημερινότητα

Υπό
Ν. Γ. ΧΑΡΙΤΑΚΗ


Σήμερα θα ξεκινήσω και θα καταλήξω με δύο προσωπικές ιστορίες. Ο πατέρας μου επισκέπτεται φίλο του στο νοσοκομείο, που βρίσκεται στα τελευταία του. Ο πατέρας μου πάσχει από τη βιολογική ασθένεια όλων των μελών του «ισχυρού φύλου». Τρέμει κυριολεκτικά τις ασθένειες, τους γιατρούς και τα νοσοκομεία. Τα αποφεύγει όπως ο διάολος το λιβάνι. Απλά δεν θέλει να γνωρίζει. Με δεδομένη την ψυχολογία του, περνάει την πόρτα του δωματίου του φίλου του. Και πριν προλάβει να πει «καλημέρα», ακούει τον φίλο του ασθενή να του λέει: «Τόσο άσχημα είμαι Γιώργο;». Ο φίλος έφυγε από τη ζωή λίγες ημέρες μετά.

Η κυβερνητική πλειοψηφία ζει ακριβώς αυτήν την καθημερινότητα. Και μαζί της ένα σοβαρό τμήμα των συμπολιτών μας. Είναι εκείνοι που ακόμη θεωρούν ότι κάτι θα γίνει και η ζωή μας θα αλλάξει, απλώς και μόνο με ανοχή και συμβιβασμό. Με κάποιον άγνωστο τρόπο, θα ισχύσει, όπως πάντα, η θεωρία του «δεν βαριέσαι».

Είναι η θεωρία που μας κάνει να αποδεχόμαστε ότι θα επιστρέψουμε χωρίς κόπο στην προ της κρίσης εποχή. Λίγο η παραοικονομία, λίγο η παραβατικότητα, λίγο το κράτος-πατερούλης, λίγο ο βουλευτής και ο δήμαρχος της περιοχής. Αρκεί να μη μας φωτίζει η επικαιρότητα. Αρκεί να μην πρέπει να κάνουμε πράγματα που θα αλλάξουν την ισορροπία μας και τη συγκαταβατικότητά μας. Και η ζωή συνεχίζεται, μέχρι, με κάποιον αδιευκρίνιστο τρόπο, οι πολίτες να αποδεχθούν τη μοίρα τους.

Δεν πειράζει, που η κ. Δούρου μαζί με τον κ. Ψινάκη δίνουν σήμερα την έναρξη του Κλασικού Μαραθωνίου. Τι και αν τα drones δεν επιτρέπεται να ακολουθούν τους προπορευόμενους, ώστε να μη δει ο κόσμος όλος από ψηλά το Μάτι. Είναι μέρος της καθημερινότητάς μας και θα ξεχαστεί με τον καιρό. Και αν δεν δώσουν την εκκίνηση, ακόμη καλύτερα. Το πρόβλημα καλύφθηκε από την αδιαφορία μας. Όπως ακριβώς και οι αιτήσεις αδείας και αποφυλακίσεως Κουφοντίνα και Ξηρού. Έγιναν και αυτές μέρος της ρουτίνας μας.

Δεν πρέπει να μας παίρνει από κάτω η ηττοπάθεια και η μιζέρια με την οποία μας βομβαρδίζουν τα ΜΜΕ. Η οικονομία πάει άριστα. Δεν βλέπετε που η ανεργία από 19% έπεσε στο 18,9%; Δεν βλέπετε που αυξάνονται οι πωλήσεις αυτοκινήτων; Η κυβέρνηση επιστρέφει χρήματα. Η κυβέρνηση θα πετύχει να μην κοπούν οι συντάξεις, να δοθούν τα αντίμετρα και όλες οι παροχές που υποσχέθηκε ο κ. πρωθυπουργός στη Θεσσαλονίκη. Άμεσα θα νομιμοποιήσουμε την εκκλησιαστική περιουσία και θα την ιδιωτικοποιήσουμε, με στόχο να εισπράξουμε παράδες. Θα μπορέσουμε έτσι να αρχίσουμε τις προσλήψεις στο Δημόσιο. Τα εργοστάσια της ΔΕΗ δεν θα κλείσουν και έτσι θα μπορέσουμε να τηλεθερμάνουμε το Αμύνταιο. Για την Κρήτη και την ηλεκτροδότησή της το καλοκαίρι θα βρεθεί λύση.

Τώρα, που απελευθερώνεται η πρώτη κατοικία, θα μπορέσουμε να λύσουμε το πρόβλημα των φορολογικών και δανειακών υποχρεώσεων. Δάνεια θα χαριστούν και μία μεγάλη κρατική τράπεζα θα αναλάβει να εισπράξει όσα χρέη δεν διαγραφούν. Οι τράπεζες θα αποκτήσουν τα αναγκαία κεφάλαια για να καλύψουν τις κεφαλαιακές τους ανάγκες. Αν, για να τα πετύχουμε όλα αυτά, απαιτηθεί η πιστωτική βοήθεια των εταίρων μας, υπάρχει πρώτα το «μαξιλάρι». Αλλά και αν αυτό δεν μας καλύπτει, θα μας δανείσουν οι δανειστές. Οι πιστωτικοί έλεγχοι έχουν αρθεί εκ των πραγμάτων, καθώς όσοι είχαν περιθώριο έχουν μεταφέρει τις καταθέσεις τους και όσοι δεν είχαν πια καταθέσεις δεν έχουν να φοβηθούν τίποτα. Αρκεί να πληρώνουν τις φορολογικές τους υποχρεώσεις. Ο ιδιωτικός τομέας πουλάει επενδυτικές υποσχέσεις και διορθώνει τους ισολογισμούς του. Όσοι μπορούν μεταφέρουν τις δραστηριότητές τους στο εξωτερικό.

Δάνεια δεν χρειαζόμαστε, αφού άλλωστε περιμένουμε και να δούμε τι θα γίνει με την Ιταλία. Να μας βγάλουν από το ευρώ δεν υπάρχει περίπτωση. Αν έχουμε ανάγκη, η αγορά θα καλύψει την αναγκαία ρευστότητα του ιδιωτικού και του δημοσίου τομέα. Η Συμφωνία των Πρεσπών θα περάσει και η κυβέρνηση θα πάει στις εκλογές του Μαΐου, όχι βέβαια σε βουλευτικές. Έτσι θα δοθεί η δυνατότητα στον λαό να εκφράσει τη δυσαρέσκειά του. Η κυβέρνηση θα πάρει το μήνυμα, όπως ο κ. Τραμπ. Θα πει ότι ύστερα από όσα την υποχρέωσε η «τρόικα» να κάνει, η νίκη είναι δική της. Από τον Μάιο και μετά η χώρα θα μπει σε προεκλογική εγρήγορση. Κάτι σαν την περίοδο πριν από τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Έργα, σημαίες, αναπτυξιακό πνεύμα, αναστροφή του κλίματος απαισιοδοξίας, όταν όλοι θα προβληματίζονται αν θα πετύχουμε να διατηρήσουμε το status quo. Οι ξένοι δημοσιογράφοι θα προσπαθούν να εξηγήσουν, όπως και τότε με τους Ολυμπιακούς, ότι δεν μπορεί να επανεκλεγεί η κυβέρνηση, αλλά εμείς θα τους απογοητεύσουμε.

Αλήθειες ή ψέματα;

Για μία ακόμη φορά, το έπος των Ολυμπιακών Αγώνων θα γίνει πραγματικότητα. Την επομένη των εκλογών θα αρχίσει η σκληρή διαπραγμάτευση στα γεωπολιτικά. Αιγαίο, πετρέλαια, φυσικό αέριο, αμυντική συμμαχία με τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ, έλεγχος του Μεταναστευτικού και περήφανη βαλκανική πολιτική. Η αντιπολίτευση ηττάται στην επιλογή της να χαρακτηρίσει την κυβερνητική πολιτική λαϊκιστική, καθώς το ρεύμα του λαϊκισμού αποτελεί τη νέα τάξη πραγμάτων στην Ευρώπη.

Η Ευρώπη έπεσε στην παγίδα που της στήσαμε. Θέλουν – δεν θέλουν, το κακομαθημένο παιδί του Νότου πέτυχε τον στόχο του. Ζει και υπάρχει απλώς και μόνο επειδή όλοι οι άλλοι στη Δύση του έχουν μία υποχρέωση, που δεν την έχουν καταλάβει από το 1950 μέχρι σήμερα. Είμαστε οι πρώτοι που μπήκαμε στον λαϊκισμό και είμαστε οι τελευταίοι που θα βγούμε, παραφράζοντας μία άλλη θέση.

Δεκαετίες τώρα προσπαθούσα να εξηγήσω στους φοιτητές μου πόσο σημαντικό ήταν να αποκτήσουν στα χρόνια των σπουδών τους ανταγωνιστικό πλεονέκτημα. Εξηγούσαμε όσο καλύτερα μπορούσαμε τη σοβαρότητα και τους κινδύνους των ανοικτών αγορών στην αγορά εργασίας. Η Ελλάδα στην Ευρώπη και η αξία της γνώσης σε αντιδιαστολή με την πολιτική διασύνδεση. Φέρναμε παραδείγματα αρίστων και εξηγούσαμε ότι το 90% της αποτίμησής τους οφειλόταν στην ατομική και συλλογική προσπάθεια. Ζητούσαμε να μας αξιολογήσουν, έχοντας ως σύγκριση τα προγράμματα των καλυτέρων πανεπιστημίων του κόσμου.

Η λογική μας προσέκρουε στις μάζες, που στην ουσία είχαν και τη μεγαλύτερη ανάγκη. Μας αντιμετώπιζαν με απάθεια. Για όλα υπήρχε μία κοινή δικαιολογία. Μας έλεγαν ότι στο τέλος θα βρεθεί πολιτική λύση. Ήταν ακριβώς όπως σήμερα, αναλογίζομαι, όταν καλούμαι να ερμηνεύσω την καθημερινότητα. Η επωδός είναι κοινή. Πίστευαν και πιστεύουν ότι, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, θα βρεθεί μία πολιτική λύση.

Δυστυχώς, ποτέ δεν πήρα απάντηση στην απορία μου: Και τι θα γίνει αν δεν υπάρξει πολιτική λύση;


Σχολιάστε εδώ