Enterprise Rating System: Επικαιροποίηση του συστήματος αξιολόγησης

Enterprise Rating System: Επικαιροποίηση του συστήματος αξιολόγησης

Για μια ακόμη χρονιά επικαιροποιούμε τα αποτελέσματα του ποσοτικοποιημένου συστήματος αξιολόγησης των εγχώριων επιχειρήσεων – Enterprise Rating System (ERS) – που έχουμε αναπτύξει.

Το σύστημα επιτρέπει, μέσω της κατάταξης των επιχειρήσεων σε τέσσερις βαθμίδες, τον εντοπισμό των επιχειρήσεων που έχουν υγιή χρηματοοικονομική εικόνα, εκείνων που υστερούν σε επιδόσεις αλλά έχουν θετικό EBITDA και επομένως, έχουν ελπίδες αναβίωσης μέσω προγράμματος αναδιάρθρωσης, καθώς και εκείνων που έχουν μείζονα χρηματοοικονομικά προβλήματα ώστε ένα πρόγραμμα αναδιάρθρωσης δεν θα ήταν αποτελεσματικό και ενδεχομένως θα χρειάζονταν εναλλακτικό χειρισμό.

Οι επιχειρήσεις που υπεραποδίδουν κατά μέσο όρο σε όρους ρευστότητας, αποδοτικότητας και φερεγγυότητας και κατατάσσονται στην υψηλότερη βαθμίδα (“a”) του ΕRS, αποτελούν το 7,9% του δείγματος.

Στην επόμενη βαθμίδα (“b”), με καλές επιδόσεις αλλά λιγότερο ικανοποιητικές, βρίσκεται το 35,5%. Οι επιχειρήσεις που υστερούν σημαντικά σε επιδόσεις και κατατάσσονται στην τρίτη βαθμίδα (“c”) αποτελούν το μεγαλύτερο ποσοστό του δείγματος με 41,3%.

Οι σημαντικά προβληματικές επιχειρήσεις που κατατάσσονται στην τελευταία βαθμίδα “d” αντιστοιχούν στο 15,3% του δείγματος.

Προφίλ επιχειρήσεων ανά βαθμίδα ERS, 2016

Outperformers “a”

•       Συνολικά μόλις το 7,9% των επιχειρήσεων που παρακολουθούμε κατατάσσεται στη βαθμίδα των outperformers “a”, με €13,6 δισ. αξία ενεργητικού και €8,7 δισ. ίδια κεφάλαια.

•       Ωστόσο, επιτυγχάνουν καθαρά κέρδη προ φόρων €1,1 δισ. που αντιστοιχεί στο 37,2% της συνολικής κερδοφορίας, με το περιθώριο EBITDA να αγγίζει κατά μέσο όρο το 24,9% και την αποδοτικότητα ιδίων κεφαλαίων το 18,2%.

•       Μόλις το 0,4% των επιχειρήσεων που υπεραποδίδουν έχει θετικό EBITDA και καθαρές ζημίες προ φόρων, οι οποίες είναι ΜμΕ.

•       Ταυτόχρονα παρουσιάζουν τις λιγότερες υποχρεώσεις (€4,9 δισ.) ή το 5% του συνόλου των επιχειρήσεων του δείγματος.

•       Παράλληλα, παρουσιάζουν υψηλή ρευστότητα, με το κυκλοφορούν ενεργητικό να καλύπτει τις τρέχουσες υποχρεώσεις κατά 4,1 φορές. Χαμηλότερη είναι η κάλυψη για τις μεγάλες επιχειρήσεις (3,2 φορές).

•       Έχουν χαμηλό επίπεδο μόχλευσης, με τις υποχρεώσεις να αναλογούν κατά μέσο όρο μόλις στο μισό των ιδίων κεφαλαίων.

•       Ο καθαρός δανεισμός των μικρομεσαίων outperformers σε σχέση με το EBITDA είναι σχεδόν μηδενικός (0,1 φορές). Υψηλότερος, αλλά σε χαμηλό βαθμό είναι για τις μεγάλες επιχειρήσεις (2,2 φορές).

•       Κατά συνέπεια, ο βαθμός εξυπηρέτησης χρέους είναι υψηλός, καθώς το EBITDA καλύπτει κατά μέσο όρο τις χρηματοοικονομικές δαπάνες κατά 22,7 φορές, ενώ καμία επιχείρηση δεν έχει βαθμό κάλυψης χρηματοοικονομικών δαπανών μικρότερο του 1.

 

Good performers “b”

•       Συγκεντρώνεται η υψηλότερη αξία ιδίων κεφαλαίων με €29,2 δισ., ως επί το πλείστον από τις μεγάλες επιχειρήσεις.

•       Πιο συντηρητικά, αλλά ικανοποιητικά είναι τα επίπεδα λειτουργικής κερδοφορίας, με το περιθώριο EBITDA στο 14,7% και κερδοφόρα αποδοτικότητα ιδίων κεφαλαίων στο 12,4%.

•       Το 7% των ΜμΕ και το 3,2% των μεγάλων επιχειρήσεων έχουν θετικό EBITDA και καθαρές ζημίες προ φόρων.

•       Χαμηλότερο αλλά ικανοποιητικό το επίπεδο ρευστότητας, με το κυκλοφορούν ενεργητικό να αναλογεί κατά 2,6 φορές τις τρέχουσες υποχρεώσεις. Χαμηλότερη στις 2 φορές είναι η κάλυψη των μεγάλων επιχειρήσεων.

•       Υψηλότερα επίπεδα δανεισμού, καθώς οι υποχρεώσεις υπερβαίνουν τα ίδια κεφάλαια κατά 1,2 φορές και ο μέσος καθαρός δανεισμός είναι κατά 3,8 υψηλότερος του EBITDA.

•       Ικανοποιητική εξυπηρέτηση του χρέους, με το EBITDA να καλύπτει τις χρηματοοικονομικές δαπάνες κατά 12,1 φορές.

•       Μόλις το 0,7% από τους good performers έχει βαθμό κάλυψης χρηματοοικονομικών δαπανών μικρότερο του 1, το οποίο είναι ΜμΕ.

 

Medium performers “c”

•       Αποτελεί την πολυπληθέστερη βαθμίδα, με την υψηλότερη αξία ενεργητικού (€70,1 δισ.).

•       Έχουν αναληφθεί οι υψηλότερες συνολικές υποχρεώσεις (€46,6 δισ.) και χρηματοοικονομικές δαπάνες (€1,5 δισ.), με τα 2/3 περίπου από τις μεγάλες επιχειρήσεις.

•       Συγκεντρώνονται συνολικά οι υψηλότερες πωλήσεις (€49,8 δισ.), αλλά τα κέρδη προ φόρων φθάνουν μόλις το €1 δισ., με τη μεγαλύτερη συμβολή να προέρχεται από τις μεγάλες επιχειρήσεις.

•       Χαμηλή επίτευξη αποδοτικότητας και κερδοφορίας, καθώς το περιθώριο EBITDA αγγίζει το 7,1% και η αποδοτικότητα ιδίων κεφαλαίων το 4,3%. Αρκετά καλύτερα αποδίδουν τα ίδια κεφάλαια των μεγάλων επιχειρήσεων στο 11,6%.

•       Το 16,3% των ΜμΕ και το 8,3% των μεγάλων επιχειρήσεων έχουν θετικό EBITDA και καθαρές ζημίες προ φόρων.

•       Ικανοποιητική, αλλά περιορισμένη η ρευστότητα, με το κυκλοφορούν ενεργητικό να καλύπτει κατά 1,6 φορές τις βραχυχρόνιες υποχρεώσεις για τις ΜμΕ και 1,3 φορές για τις μεγάλες.

•       Υψηλά επίπεδα καθαρού δανεισμού, ο οποίος υπερβαίνει το EBITDA κατά 13,7 φορές για τις ΜμΕ και κατά 11,6 φορές για τις μεγάλες.

•       Χαμηλός βαθμός εξυπηρέτησης δανεισμού, με τις χρηματοοικονομικές δαπάνες να καλύπτονται κατά μέσο όρο από το EBITDA κατά 3,2 φορές. Καλύτερη είναι η μέση επίδοση των μεγάλων επιχειρήσεων (5,3 φορές).

•       Το 22,3% των ΜμΕ και το 7,4% των μεγάλων επιχειρήσεων έχουν βαθμό κάλυψης χρηματοοικονομικών δαπανών μικρότερο του 1.

 

Underperformers “d”

•       Περισσότερα περιουσιακά στοιχεία και ίδια κεφάλαια είναι εγκλωβισμένα στις ΜμΕ από ότι στις μεγάλες (€20,9 δισ. και €1,2 δισ. αντίστοιχα).

•       Ο καθαρός δανεισμός είναι σχεδόν στο ίδιο επίπεδο με τις υποχρεώσεις, καταδεικνύοντας πολύ χαμηλά ρευστά διαθέσιμα.

•       Τριπλάσιες συνολικά είναι οι υποχρεώσεις και οι χρηματοοικονομικές δαπάνες των ΜμΕ από εκείνες των μεγάλων σε €19,7 δισ. και €486 εκατ.

•       Τα €8,4 δισ. πωλήσεις εξελίσσονται σε ζημιές ήδη σε επίπεδο EBITDA ύψους €114 εκατ. και σε επίπεδο προ φόρων διευρύνονται σε €1,2 δισ. Ωστόσο, οι μεγάλες επιχειρήσεις εμφανίζουν οριακά κέρδη EBITDA μόλις €6 εκατ.

•       Καθώς είναι κατά βάση ζημιογόνες επιχειρήσεις, το μέσο περιθώριο EBITDA είναι στο -8,1%. Ωστόσο, η μέση επίδοση των μεγάλων επιχειρήσεων είναι ελαφρώς θετική (1,8%).

•       Αναποτελεσματική είναι η αποδοτικότητα ιδίων κεφαλαίων, η οποία διαμορφώνεται σε -16,2%. Πιο συγκρατημένη είναι η αρνητική επίδοση των μεγάλων επιχειρήσεων (-13,7%).

•       Το 18,2% των ΜμΕ και το 57,7% των μεγάλων επιχειρήσεων έχουν θετικό EBITDA και καθαρές ζημίες προ φόρων.

•       Σαφείς δυσκολίες ρευστότητας, καθώς οι τρέχουσες υποχρεώσεις υπερβαίνουν το κυκλοφορούν ενεργητικό (γενική ρευστότητα: 0,7 μονάδες).

•       Υπερμοχλευμένες, με τις υποχρεώσεις τους να είναι κατά μέσο όρο 3,6 φορές υψηλότερες των ιδίων κεφαλαίων και το καθαρό δανεισμό κατά 25 φορές υψηλότερος του EBITDA. Δυσμενέστερη είναι η εικόνα για τις μεγάλες επιχειρήσεις (4 και 26,4 φορές αντίστοιχα).

•       Σχεδόν όλες οι ΜμΕ (81,5%) και πάνω από το ήμισυ των μεγάλων (57,7%) έχουν βαθμό κάλυψης χρηματοοικονομικών δαπανών μικρότερο του 1.


Σχολιάστε εδώ