Πασχαλινά συναισθήματα και σκέψεις και η εσωτερική και διεθνής πραγματικότητα


Του
ΧΡΗΣΤΟΥ Θ. ΜΠΟΤΖΙΟΥ
Πρέσβη ε.τ.


Η Ακολουθία της Μεγάλης Παρασκευής και το ελληνικό Ορθόδοξο Πάσχα δεν έχουν καμία ομοιότητα με εκείνα των άλλων χριστιανικών δογμάτων. Διαφέρουν σε θρησκευτική ατμόσφαιρα και κατάνυξη, ιδιαίτερα με την περιφορά του Επιταφίου. Μία ατμόσφαιρα θρησκευτικού πένθους και περισυλλογής. Πολλοί ξένοι, Ευρωπαίοι και από άλλες ηπείρους, επισκέπτονται την Ελλάδα την Εβδομάδα των Παθών και του Πάσχα για να ζήσουν, όπως λένε, την ανεπανάληπτη θρησκευτική ατμόσφαιρα, η οποία, μαζί με τη μεθυστική γεύση της άνοιξης, καθιστά τη χώρα μας πραγματικά μοναδική.

Η περιφορά του Επιταφίου με το πένθιμο «Αι γενεαί πάσαι» δημιουργεί μια ατμόσφαιρα άκρως υποβλητική και ο άνθρωπος αισθάνεται τη μικρότητά του απέναντι στο Θείο. Στα Γιάννενα, την πρωτεύουσα της Ηπείρου, οι Επιτάφιοι των μεγάλων ενοριών καταλήγουν στην κεντρική πλατεία, στο «Ρολόι», όπου, μετά τις σχετικές δεήσεις, ανακηρύσσεται ο πιο ωραία στολισμένος Επιτάφιος της πόλης. Άκρως κατανυκτικό και συ­γκινητικό είναι το έθιμο που επικρατεί σε ορισμένα χωριά της Θεσπρωτίας, στα οποία η περιφορά του Επιταφίου έχει ως καταληκτικό σημείο το κοιμητήριο και ο Επιτάφιος επικάθεται σε κάθε μνήμα, όπου ο ιερέας μνημονεύει τους νεκρούς της οικογενείας. Αν σε κάποιο μνήμα δεν υπάρχουν συγγενείς παρόντες ή απόγονοι, μεριμνούν οι παριστάμενοι συγχωριανοί.

Μοναδική η ατμόσφαιρα και στην Κέρκυρα, όπου των Επιταφίων προηγούνται μαθητές των σχολείων και το σύνολο σχεδόν των δεκαέξι φιλαρμονικών του νησιού, με τελευταία και τιμητική εκείνη του Μάντζαρου, ανακρούουν εκτός του «Αι γενεαί πάσαι», ορατόρια και requiem μεγάλων μουσουργών.

Η πένθιμη και μελαγχολική ατμόσφαιρα της Μεγάλης Εβδομάδος αλλάζει άρδην με την Ανάσταση και την επομένη ημέρα του Πάσχα με το ψήσιμο του οβελία, τους δημοτικούς χορούς και τραγούδια στους τόπους καταγωγής, όπου συνήθως πηγαίνουν οι περισσότεροι. Ανασταίνονται έστω και για λίγο τα χωριά, που από κοινωνική ανάγκη εγκαταλείφθηκαν από τους κατοίκους, αλλά δεν λησμονήθηκαν.

Πράγματι, το ελληνικό Ορθόδοξο Πάσχα, με τα ήθη και τα έθιμα αιώνων και τη μεθυστική ανοιξιάτικη φύση, καθιστά την Ελλάδα μοναδικό τόπο και συντελεί στο να κατασιγάσουν τα ανθρώπινα πάθη και οι αδυναμίες.
Και το φετινό Πάσχα δεν έμοια­ζε να διαφέρει από εκείνα των προηγούμενων χρόνων. Πίσω όμως από τον κόσμο των αισθήσεων και των συναισθημάτων στριφογύριζαν σκέψεις για το αύριο, την οικονομική κρίση, την αγριότητα της αγοράς, τη διεθνή ρευστότητα και ανασφάλεια, την τύχη των δύο ελλήνων στρατιωτικών που κρατούνται στις τουρκικές φυλακές ασφαλείας χωρίς να τους έχει απαγγελθεί καμία συγκεκριμένη κατηγορία.

Το καθεστώς Ερ­ντογάν, αφού για εβδομάδες τήρησε σιγήν ιχθύος, συνέδεσε την απελευθέρωσή τους με την ανταλλαγή των οκτώ τούρκων αξιωματικών, οι οποίοι μετά το αποτυχόν πραξικόπημα του Ιουλίου του 2016 κατέφυγαν στην Ελλάδα, όπου ζήτησαν και έλαβαν πολιτικό άσυλο, αφού τηρήθηκαν απόλυτα οι διαδικασίες που προβλέπονται από τον νόμο. Το άσυλο είναι αρχή του διεθνούς δικαίου και αποσκοπεί στην προστασία όποιου ή όποιων είναι με οποιονδήποτε τρόπο κατατρεγμένοι στη χώρα προέλευσής τους. Ο θεσμός του ασύλου αίρει την καταγωγή από την αρχαία Ελλάδα και αρχικά είχε θρησκευτικό χαρακτήρα. Ικέτες ήσαν όσοι κατέφευγαν σε ναούς ή ιερούς τόπους, όπου αυτομάτως εθεωρείτο ότι είχαν τεθεί υπό την προστασία του οικείου θεού ή θεάς.

Οι μέρες της Μεγάλης Εβδομάδος και του Πάσχα συνετέλεσαν στο να κατασιγάσουν για λίγο και οι πολιτικές αντιπαραθέσεις στα θέματα της εσωτερικής και εξωτερικής πολιτικής. Έστω και προσωρινά, σταμάτησαν οι έριδες γύρω από το αν η αναμενόμενη, τον προσεχή Αύγουστο, έξοδος από την επιτροπεία των δανειστών θα είναι πραγματική ή εικονική. Πολλοί υπουργοί και ανώτατοι αξιωματούχοι του κράτους εξέδραμαν στην επαρχία, ενώ άλλοι, που καλύπτουν ευαίσθητους τομείς, όπως, π.χ., της Προστασίας του Πολίτη, παρέμειναν στην πρωτεύουσα. Είθε το πνεύμα των εορτών του Πάσχα να επιδράσει θετικά στα εσωτερικά και εξωτερικά δρώμενα, στα οποία, εκόντες-άκοντες, άπαντες μετέχουμε.

Το επερχόμενο καλοκαίρι είναι το πλέον απρόβλεπτο των τελευταίων ετών για τις περιφερειακές και διεθνείς εξελίξεις. Οι σχέσεις μας με τους άμεσους γείτονες, Αλβανία και ΠΓΔΜ, έχουν μπει σε μια διαδικασία διαπραγματεύσεων εφ’ όλης της ύλης σε επίπεδο υπουργών Εξωτερικών και αν χρειασθεί θα αναβαθμιστούν σε επίπεδο πρωθυπουργών, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά την ΠΓΔΜ, για την ονομασία και τα παράγωγά της. Η Βουλγαρία και η Ρουμανία είναι ήδη χώρες-μέλη της ΕΕ, γεγονός, ασφαλώς, θετικό.

Το αρνητικό στοιχείο είναι ότι έχει υποβαθμιστεί η βαλκανική συνεργασία, που αποτελούσε το πιο κατάλληλο φόρουμ για συζήτηση αποκλειστικά θεμάτων της περιοχής. Στον μεσογειακό περίγυρο σφυρηλατείται μια συνεργασία, σε διμερές και πολυμερές επίπεδο, με τις χώρες της περιοχής, Ισραήλ, Αίγυπτο, Λίβανο και Εμιράτα, που αποβλέπει στην ενίσχυση της σταθερότητας σε μία από τις πλέον ευαίσθητες περιοχές του κόσμου.

Σε ό,τι αφορά τη γείτονα Τουρκία, όπου η συμπεριφορά του καθεστώτος Ερντογάν προβληματίζει όλες τις χώρες της Ανατολικής Μεσογείου και της Μέσης Ανατολής, ο χρόνος θα δείξει αν υπάρχει διάθεση για σεβασμό των αρχών της καλής γειτονίας και του διεθνούς δικαίου. Ο ευρύτερος διεθνής χώρος παρουσιάζει δύο μεγάλα incognita. Την περαιτέρω πολιτική που προτίθεται να ακολουθήσει ο αμερικανός Πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ στο Συριακό όπως και έναντι της Ρωσίας, που συμπαρασύρει και την ΕΕ ή τις περισσότερες από τις χώρες-μέλη.

Η Ελλάδα δεν πρέπει να συντα­χθεί με ακραίες θέσεις, που καλώς απέφυγε ο πρωθυπουργός κ. Τσίπρας στο τελευταίο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, που οδηγούν σε απομόνωση της Ρωσίας και σε επιστροφή στο κλίμα του Ψυχρού Πολέμου. Η Ρωσία δεν παύει να είναι μία μεγάλη δύναμη, ομόδοξη και φίλη χώρα, ασχέτως αν οι εσωτερικές εξελίξεις δεν ευνόησαν σχεδόν ποτέ την Ελλάδα. Σημα­ντική και αμοιβαία επωφελής είναι και η συνεργασία με την Κίνα, η οποία εκτός από οικονομικός κολοσσός είναι και μόνιμο μέλος του ΣΑ του ΟΗΕ. Μετά την ανάπαυλα, ψυχική και σωματική, των πασχαλινών ημερών, επιστροφή λοιπόν στην εσωτερική και εξωτερική πραγματικότητα, η αντιμετώπιση των οποίων απαιτεί σύνεση, συναίνεση μεταξύ των πολιτικών κομμάτων, κυρίως στα θέματα εθνικής σημασίας, και αποφασιστικότητα.


Σχολιάστε εδώ