Το εθνικώς ωφέλιμο να υπερισχύει των εσωτερικών πολιτικών σκοπιμοτήτων


Του
ΧΡΗΣΤΟΥ Θ. ΜΠΟΤΖΙΟΥ
Πρέσβη ε.τ.


Το θέμα της ονομασίας του κράτους των Σκοπίων (FYROM)

Οι Έλληνες, με εξαίρεση τη σύντομη χρονικά περίοδο του Μεγάλου Αλεξάνδρου, δεν επιδίωξαν ποτέ να καταστούν πολιτικά και στρατιωτικά το κέντρο του κόσμου, όπως, π.χ., οι Ρωμαίοι, οι Άγγλοι και στα νεότερα χρόνια οι Αμερικανοί. Και οι αρχαίες ελληνικές αποικίες γύρω από τη Μεσόγειο και τον Εύξεινο Πόντο δεν μπορεί να συγκριθούν με τις αποικίες (colonies) των ύστερων χρόνων των ευρωπαϊκών δυνάμεων, που είχαν γνωρίσματα αποκλειστικά ιμπεριαλιστικού και εκμεταλλευτικού χαρακτήρα. Ο ελληνικός κόσμος, που συρρικνώθηκε αφάνταστα με το πέρασμα των αιώνων, αντιμετώπισε από τις αρχές της ιστορίας του πολλές προκλήσεις και απειλές, που συνεχίζονται ακόμη και σήμερα.

Οι σημερινές προκλήσεις, που στρέφονται και κατά της εδαφικής ακεραιότητας της χώρας μας, προέρχονται κυρίως από τη γειτονική Τουρκία, η οποία προβάλλει αναθεωρητικές θέσεις για το καθεστώς του Αιγαίου, το οποίο έχει καθιερωθεί από διεθνείς συνθήκες και συμβάσεις. Διεκδικούν ακόμη και βραχονησίδες του Αιγαίου, ενώ οι διεκδικήσεις τους φτάνουν στα όρια του ευτράπελου, αν αναλογισθεί κανείς ότι οι πρόγονοί τους Οθωμανοί Τούρκοι φοβόντουσαν ακόμα και να βρέξουν τα πόδια τους στα νερά του Αιγαίου.

Θα επιχειρήσουμε να απαριθμήσουμε μια σειρά από άλλες προκλήσεις και απειλές, ήσσονος μεν έντασης και σημασίας σε σύγκριση με τις προηγούμενες, που όμως δεν παύουν να απασχολούν σοβαρά την ελληνική διπλωματία και την προσοχή των εκάστοτε ελληνικών κυβερνήσεων. Οι σχέσεις μας με την όμορη Αλβανία, που θα μπορούσαν να λειτουργήσουν ως πρότυπο συνεργασίας στον βαλκανικό χώρο, δοκιμάζονται από καιρού εις καιρόν εξαιτίας της συμπεριφοράς και παραβίασης από πλευράς των αλβανικών κυβερνήσεων των δικαιωμάτων της αναγνωρισμένης ελληνικής μειονότητας στη Βόρεια Ήπειρο ή Νότια Αλβανία. Πρόσθετα, εγείρουν θέμα Τσάμηδων, το οποίο από ελληνικής πλευρά θεωρείται ανύπαρκτο. Κατά εκτίμηση του γράφοντος, το θέμα των Τσάμηδων δημιουργήθηκε με σκοπό να λειτουργήσει αντισταθμιστικά στο νόμιμο ελληνικό ενδιαφέρον για την ελληνική μειονότητα και έκτοτε έχει εγκλωβίσει τις αλβανικές κυβερνήσεις, που πλέον επηρεάζονται και από σκοπιμότητες εσωτερικής πολιτικής.

Στη λογική αυτή θα μπορούσε να ενταχθεί και η υπαναχώρηση των Τιράνων στο θέμα της οριοθέτησης της υφαλοκρηπίδας, χωρίς να αποκλείονται και έξωθεν παρεμβάσεις.
Μείζονα πρόκληση για την Ελλάδα αποτελεί και το θέμα της ονομασίας της ΠΓΔΜ, το οποίο τον τελευταίο καιρό απασχολεί την ελληνική και ξένη ειδησεογραφία, λόγω της σημειούμενης διπλωματικής κινητικότητας για εύρεση λύσης κοινά αποδεκτής. Από το 1992 που υπεγράφη η Ενδιάμεση Συμφωνία έχουν παρέλθει 25 συναπτά έτη χωρίς να έχει επιτευχθεί ουσιαστική πρόοδος, παρά τη μεσολάβηση των Ηνωμένων Εθνών διά του αμερικανού διπλωμάτη Μάθιου Νίμιτς.

Η σημερινή κυβέρνηση της ΠΓΔΜ του Ζόραν Ζάεφ, σε σύγκριση με εκείνη του προκατόχου του Νίκολα Γκρούεφσκι, του οποίου οι ακρότητες σε ανιστόρητες και καρικατουρίστικες επιλογές περιέπλεξαν ακόμη περισσότερο τα πράγματα, επιδεικνύει μεγαλύτερη ευελιξία και διάθεση για εύρεση λύσης στο θέμα της ονομασίας, αφού αν οι συνομιλίες ευοδωθούν θα ανοίξει ο δρόμος για πλήρη ένταξη της ΠΓΔΜ στους ευρωατλαντικούς θεσμούς. Τα οφέλη που θα προκύψουν όχι μόνο για τις σχέσεις των δύο χωρών αλλά για την ευρύτερη περιοχή θα είναι πολλαπλά. Η ομαλοποίηση των διμερών σχέσεων θα επιτρέψει ευρύτερη συνεργασία σε πολιτικό, οικονομικό, ενεργειακό και πολιτιστικό επίπεδο, με θετικές επιπτώσεις και στον ευρύτερο βαλκανικό χώρο.

Δεν θα διακινδύνευα καμιά πρόβλεψη για την ονομασία που μπορεί να συμφωνηθεί κατά τις συνομιλίες. Θα πρέπει πάντως να ικανοποιηθούν βασικές προϋποθέσεις, όπως η διαφύλαξη της ιστορικής και πολιτιστικής κληρονομιάς της ελληνικής Μακεδονίας και ότι η ονομασία δεν θα πρέπει να περιέχει ασάφειες ή διφορούμενη διατύπωση σε ό,τι αφορά τα παράγωγά της. Οι ονομασίες νέων χωρών πρέπει, όπως έγραφα παλαιότερα, να εκφράζουν την ιστορική και πολιτιστική προέλευση των λαών τους, ακριβώς όπως συμβαίνει και με τα ονόματα που οι γονείς συνήθως δίνουν στα παιδιά τους. Στον μετριοπαθή και σεβαστό πρωθυπουργό της γειτονικής μας χώρας κ. Ζάεφ θα ήθελα να υπενθυμίσω τα παραδείγματα άλλων χωρών που άλλαξαν την ονομασία τους αντλώντας από την ιστορική και πολιτιστική τους κληρονομιά. Το Σιάμ μετονομάσθηκε σε Ταϊλάνδη, το Ζαΐρ σε Κονγκό, η Ροδεσία σε Ζιμπάμπουε κ.ο.κ.

Οι παρατηρήσεις αυτές ισχύουν και απευθύνονται και προς εκείνους που κήδονται και επείγονται για εύρεση λύσης στο θέμα της ονομασίας, μεταξύ άλλων και για γεωπολιτικούς και ευρύτερους λόγους. Όσον αφορά τις αντιδράσεις που ήδη σημειώνονται στον εσωτερικό ελληνικό χώρο κυρίως από πολιτικά πρόσωπα και εκπροσώπους κομμάτων, ισχύει πάντοτε η αρχή ότι των κομματικών συμφερόντων πρέπει πάντοτε να προτάσσεται το εθνικό συμφέρον. Δυσκολεύομαι πράγματι να αντιληφθώ τη λογική ότι αν προταθεί στη Βουλή προς έγκριση πρόταση που δεν θα προέρχεται από τα δύο συγκυβερνώντα κόμματα τότε παρέλκει η συζήτηση και πρέπει η χώρα να οδηγηθεί σε εκλογές! Αν σωστά μεταφράζονται οι δηλώσεις ορισμένων πολιτικών προσώπων, αυτό ισοδυναμεί με άρνηση αξιολόγησης για το αν η ονομασία είναι εθνικά συμφέρουσα ή όχι. Προέχει η εξυπηρέτηση κομματικών σκοπιμοτήτων!

Πριν και μετά τους Βαλκανικούς Πολέμους, μια βαλκανική αλλά όχι όμορη χώρα, η Ρουμανία, υπέθαλπε και υποδαύλιζε τη δημιουργία κράτους της Πίνδου. Επρόκειτο για το λεγόμενο κουτσοβλαχικό ζήτημα. Άκρως διαφωτιστικό για το τεχνητό και ανύπαρκτο στην ουσία διπλωματικό αυτό ζήτημα είναι το ομώνυμο βιβλίο του Ευάγγελου Αβέρωφ-Τοσίτσα, ο οποίος, καταγόμενος από το Μέτσοβο, ήταν και ο ίδιος βλαχόφων. Το Κουτσοβλαχικό όπως και οι έντονες διπλωματικές προσπάθειες ορισμένων σλαβικών χωρών να καταστεί αυτόνομη περιοχή η Αθωνική Πολιτεία (Άγιον Όρος) είναι απλά ιστορικές μνήμες και δεν απασχολούν την Ελληνική Πολιτεία.

Ανάλογη τύχη είχαν και οι φαντασιώδεις επιδιώξεις ορισμένων αφελών, αγνώστων στο ευρύ ελληνικό κοινό, που κινούνταν από προσωπικές ιδεοληψίες, για αυτονόμηση της Κρήτης. Μια επίλυση του θέματος της ονομασίας της ΠΓΔΜ που να ικανοποιεί τις ελληνικές θέσεις θα έχει ευεργετικά αποτελέσματα όχι μόνο για τις διμερείς σχέσεις αλλά για την ευρύτερη περιοχή μας. Συγχρόνως θα επιτρέψει στις κυβερνήσεις να ενσκήψουν εναργέστερα στην αντιμετώπιση άλλων θεμάτων εσωτερικής και εξωτε­ρικής φύσης. Αλλά και τα ευρύτερα ευρωπαϊκά συμφέροντα θα ευνοηθούν από μια εξομάλυνση των διαφορών μεταξύ των βαλκανικών λαών.


Σχολιάστε εδώ