Δάνεια και τοκογλύφοι οδηγούν στην υποδούλωση της χώρας

Αν η Βουλή δεν επικυρώσει τα αποικιακά μέτρα που απαιτούν οι δανειστές και οι χώρες που τους κατευθύνουν και οι Βρυξέλλες με όλο το τοκογλυφικό σύστημα που καλύπτουν δεν εγκρίνουν τη δανειακή διαδικασία, η Ελλάδα θα έχει κάνει ένα μεγάλο βήμα στην υπεράσπιση της αξιοπρέπειάς της. Και στην προστασία της ανεξαρτησίας της. Τότε όμως η χώρα θα πρέπει να ξαναδεί σοβαρά και διαφορετικά το παρόν και το μέλλον της. Να αναθεωρήσει λογικές και πρακτικές που οδήγησαν στη μετατροπή της σε διαρκές θύμα και υποκείμενο οικονομικού εκβιασμού από τρίτους. Να μάθει να ζει με όσα παράγει και να επενδύσει στον κόπο των πολιτών της: να μην καταναλώνει ελπίδα, γιατί η ελπίδα τελειώνει, φθείρεται και απαξιώνεται με την υπερκατανάλωση. Είναι πολύ πιθανό όλη αυτή η περιπέτεια προσβολής της καθημερινής και εθνικής μας αξιοπρέπειας από τρίτες χώρες και ποικιλώνυμα οικονομικά συμφέροντα να μας έχει ενοχλήσει δημιουργικά. Ευεργετικά. Και να απαντήσουμε συλλογικά με τρόπο αποστομωτικό σε εκείνους που δεν υπήρχαν καν ως σκέψη ή προοπτική όταν η χώρα μας είχε ήδη θεσμούς και πολιτισμό. Όταν παρήγε και εξήγε σκέψη, πολιτεύματα, επιστήμη και τέχνη. Η χώρα χρειάζεται λειτουργία των θεσμών που η ίδια γέννησε, λειτουργία των ιδεών και σεβασμό στην ίδια την ιστορία της. Πριν από αυτά πρέπει να τελειώνουμε με τη διεθνή τοκογλυφική αλητεία και τη ναζιστική επιβουλή του εσωτερικού ελέγχου, που καταργεί την εθνική ανεξαρτησία. Προξενούν μεγάλο κακό (και σε ηθικό επίπεδο) όσοι προσποιούνται ότι δεν καταλαβαίνουν τα πραγματικά σχέδια κατά της χώρας. Όσοι έχουν θεοποιήσει την οικονομική βοήθεια (με τα γνωστά και άγνωστα άθλια ανταλλάγματα), ισχυριζόμενοι ότι «αλλιώς θα πεινάσουμε», ότι «διαφορετικά επιστρέφουμε στα κάρα και στα μουλάρια». Τι απύθμενη αλητεία! Θα αναρωτηθούν πολλοί μα γιατί το κάνουν αυτό, γιατί φοβίζουν και εκβιάζουν συνθήκες νέας κατοχής και πείνας; Οι απαντήσεις μπορεί να είναι πολλές, μία από αυτές όμως ισχύει σε κάθε περίπτωση. Οι υποστηρικτές αυτών των επιχειρημάτων και του εκφοβισμού του κόσμου πιστεύουν βαθύτατα ότι δεν μπορούμε να υπάρξουμε χωρίς τα ευρωπαϊκά αφεντικά. Είναι οι συνεχιστές της λογικής συνεργασίας με τις μεγάλες δυνάμεις, τους κατακτητές, είναι οι καθʼ έξιν και εξ ορισμού συνομιλητές. Δεν είναι κακό να συνομιλεί κανείς. Κακό είναι να μην ξέρει (και να μην αντιλαμβάνεται από ένα σημείο και μετά, διότι η διάβρωσή του έχει ταυτιστεί με νέα συνείδηση) πού να σταματά και τι μπορεί να τεθεί σε συνομιλία-διαπραγμάτευση.

Είπε απογοητευμένος από τις εξελίξεις ο Ευάγγελος Βενιζέλος, με το γνωστό επιτιμητικό και απειλητικό του ύφος το βράδυ της Πέμπτης, μετά τη σύνοδο του Eurogroup: «Από σήμερα έως την επόμενη συνεδρίαση του Eurogroup, που κατά πάσα πιθανότητα θα πραγματοποιηθεί την Τετάρτη, η χώρα μας, η πατρίδα μας, η κοινωνία μας πρέπει να σκεφτεί και να κάνει μία οριστική στρατηγική επιλογή: Εάν βλέπουμε τη σωτηρία και το μέλλον της χώρας μέσα στην Ευρωζώνη, μέσα στην Ευρώπη, πρέπει να κάνουμε ό,τι πρέπει να κάνουμε ώστε το πρόγραμμα οπωσδήποτε να εγκριθεί». Πρόκειται για ευτυχή άνθρωπο, αφού έχει ήδη πάρει τις αποφάσεις του. Με το γνωστό του στιλ (κάτι σαν «αυτό είναι κι όλα τʼ άλλα είναι καταστροφή…» μεταφέρει την πίεση που του ασκούν οι τοκογλύφοι-σωτήρες στον ελληνικό λαό, βάζοντάς του ευθέως το δίλημμα:

«Εάν η πατρίδα μας, ο λαός μας ευνοεί μία άλλη πολιτική, που αναγκαστικά οδηγεί εκτός Ευρωζώνης και άρα και εκτός ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, πρέπει αυτό να το πούμε ευθέως και στον εαυτό μας και στους συμπολίτες μας». Σε αυτό το σημείο-επιχείρημα έχει δίκιο ο κ. Βενιζέλος. Να το πούμε, να κάνουμε τις επιλογές μας, να ενημερώσουμε όποιον πρέπει και να βαδίσουμε με βάση αυτή την επιλογή. Έχει δίκιο και στο βάρος των αποφάσεων: «Είναι ώρα δύσκολων αποφάσεων. Έχουμε να διαλέξουμε ανάμεσα σε αποφάσεις δύσκολες και σε αποφάσεις ακόμα πιο δύσκολες. Έχουμε δυστυχώς να διαλέξουμε ανάμεσα σε θυσίες και σε ακόμα μεγαλύτερες θυσίες, σε ασύγκριτα πιο μεγάλες θυσίες». Αν προχωρήσουμε, δηλαδή, στη συμφωνία και τη δανειακή σύμβαση, θα έχουμε να κάνουμε θυσίες. Αν δεν το δεχτούμε, θα έχουμε να κάνουμε «ασύγκριτα μεγαλύτερες θυσίες». Δηλαδή; Πριν από το 2001 που δεν είχαμε ευρώ, δεν ζούσαμε; Αλλά ακόμα κι αν είναι μεγαλύτερες οι θυσίες της δεύτερης επιλογής, δίνοντας ως αντάλλαγμα αξιοπρέπεια και ανεξαρτησία, ας τις κάνουμε. Προφανώς σε αυτό συμφωνεί και ο καθηγητής Βενιζέλος.


Σχολιάστε εδώ