ΥΠΟΒΑΘΜΙΣΗ ΤΗΣ ΧΩΡΑΣ ΚΑΙ ΕΞΑΡΤΗΣΗ ΑΠΟ ΞΕΝΑ ΚΕΝΤΡΑ

Μα, θα πει κανείς, πολλοί το λένε αυτό ή το υπαινίσσονται με διάφορους τρόπους. Σωστά. Αλλά κανείς από αυτούς δεν έχει τη θέση της κ. Δαμανάκη, δεν εκπροσωπεί τη χώρα στα διεθνή κέντρα αποφάσεων και δεν προσδιορίζει με τις δηλώσεις ή τους υπαινιγμούς του τις τάσεις της αγοράς και την ψυχολογία του κόσμου. Η κ. Δαμανάκη λειτούργησε είτε ως «λαγός»-προπομπός εξελίξεων είτε ως εκφραστής συμφερόντων που έχουν κάθε λόγο να δουν τη χώρα υποταγμένη στις λογικές των Μνημονίων και της (οικονομικής και όχι μόνο) εξάρτησης. Και στις δύο περιπτώσεις πέτυχε να συμβάλει στην αύξηση του πανικού που έχει ο κόσμος απέναντι στις κτηνώδεις ενέργειες της κυβέρνησης, με τελική έκφραση τη μαζική απόσυρση καταθέσεων από τις τράπεζες. Πέτυχε όμως και κάτι άλλο: να χάσει κάθε αίγλη που ίσως διατηρούσε σε ορισμένες ομάδες πληθυσμού λόγω του βάρους που φέρει το όνομά της. Η απώλεια της αίγλης είναι σοβαρότερη για τους ανθρώπους που νιώθουν μεγάλη απογοήτευση για την πορεία της απʼ ό,τι για την ίδια, μια και οι πολιτικές της επιλογές δεν συνάδουν με όσα περίμενε κανείς να (της) συμβούν.

Η κυρία Επίτροπος μεταβλήθηκε σε μεγάφωνο των ψιθυριστών που θέλουν ή προειδοποιούν για επιστροφή στη δραχμή και απειλούν συνεχώς τους πολίτες αυτής της χώρας. Τόσο, που ήδη πολλοί αναρωτιούνται: «Μπας κι είναι καλύτερα με τη δραχμή, αλλά έχοντας κερδίσει και διαφυλάξει την αξιοπρέπειά μας;». Να ένα ερώτημα που δεν είναι κατάλληλη να απαντήσει η κυρία Επίτροπος.

Επί της ουσίας τώρα, όλο και κερδίζει έδαφος ο προβληματισμός της πιθανής αυτονόμησης της Ελλάδας από τα κέντρα που επέβαλαν επαχθείς όρους δανεισμού, στον βαθμό που να είναι σαφές ότι ποτέ δεν θα καταφέρουμε να αποπληρώσουμε ούτε τα δάνεια ούτε το χρέος. Το χρέος άλλωστε δημιουργήθηκε και με την τοκογλυφική συμπεριφορά δανειστών (φυσικά και μέσω της δικής μας επιπολαιότητας) και με την έλλειψη όρων ανταγωνισμού στην ελληνική κοινωνία. Αλλά κάθε κοινωνία έχει τη δική της ταυτότητα και ιδιαιτερότητα, δεν μπορεί να ταυτιστεί με άλλη ούτε να απορροφηθεί από άλλη. Κι αν τυχόν αυτό μπορεί να συμβεί σε κοινωνίες νεότευκτων χωρών, δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να γίνει στην περίπτωση αρχαίων χωρών όπως η Ελλάδα, που γέννησαν τις άλλες. Έτσι, όλο και περισσότερος κόσμος σκέφτεται ότι όπως στη ζωή δεν υπάρχει μόνο μία λύση σε ένα πρόβλημα, αλλά περισσότερες και εναλλακτικές, έτσι και στην περίπτωση του χρέους και του Μνημονίου πρέπει η χώρα να κινηθεί στην κατεύθυνση ανεύρεσης και εφαρμογής άλλων λύσεων και όχι αυτών που δοκιμάζει ανεπιτυχώς η αντιπαθής και περιορισμένων δυνατοτήτων κυβέρνηση. Όλο και περισσότεροι σκέπτονται μήπως είναι καλύτερα «να τρώμε για δύο χρόνια όσπρια και μακαρόνια», να σφίξουμε πραγματικά το ζωνάρι, αλλά να το κάνουμε εμείς, όχι να μας το σφίγγουν άλλοι, και μετά να βγούμε υγιείς και αυτοδύναμοι παραέξω. Τουλάχιστον πιο υγιείς απʼ ό,τι είμαστε τώρα, μια και οι συνεχείς δανεισμοί μάλλον αποδυναμώνουν τη χώρα παρά την ισχυροποιούν. Και είναι πολιτική ανευθυνότητα (και αυτό) να δανείζεται συνεχώς η κυβέρνηση «γδύνοντας» τον κόσμο μόνο και μόνο για να «του» εξασφαλίζει μισθό και σύνταξη, αντί να φροντίσει να φτιάξει οικονομία επενδύσεων και ανάτασης.

Αλήθεια, γιατί πανηγυρίζουμε και γιατί είναι καλό το ότι «εξασφαλίσαμε» (η κυβέρνηση δηλαδή, όχι εμείς…) νέο δάνειο δεκάδων δισ. ευρώ; Πώς θα το ξεπληρώσουμε; Μήπως οι επιπόλαιοι και ανεύθυνοι κυβερνήτες απλώς υποθηκεύουν (χωρίς να νοιάζονται) το μέλλον της χώρας προκειμένου να πληρώνουν για δύο χρόνια (και αν…) μισθούς και συντάξεις; Αυτό, όπως όλοι καταλαβαίνουν, είναι πολύ χειρότερο από μια δυσκολία (έστω μεγάλη) των νοικοκυριών που θα κρατούσε δυο-τρία χρόνια. Με αυτήν τη μέθοδο και αυτήν την αντίληψη μπαίνουμε σε διά βίου εξάρτηση. Με το πέπλο της υποθήκευσης να βαραίνει όλο και περισσότερο την καθημερινότητά μας…


Σχολιάστε εδώ