Υψηλός ο κίνδυνος εκτροχιασμού και του προϋπολογισμού ’06

Ως γενικό συμπέρασμα από τη μελέτη του κατατεθέντος προσχεδίου βγαίνει ότι και ο προϋπολογισμός της επόμενης χρονιάς πάσχει από την ασθένεια όλων των προϋπολογισμών των 15 τελευταίων ετών, δηλαδή ενέχει υψηλό κίνδυνο εκτροχιασμού του κατά το στάδιο της εκτέλεσης. Τα χαρακτηριστικά των προϋπολογισμών των τελευταίων ετών είναι αφενός η ωραιοποίηση της οικονομικής κατάστασης και των δημοσιονομικών εξελίξεων και αφετέρου το στόλισμά τους με υποτιθέμενους στόχους της οικονομικής πολιτικής που ασκεί η κυβέρνηση. Έτσι, όμως, οι κρατικοί προϋπολογισμοί από αναπτυξιακό εργαλείο μετατρέπονται σε «ευχολόγιο» και σε άνοστο επικοινωνιακό παιχνίδι για την κυβέρνηση και την αντιπολίτευση! Είχαμε ελπίσει ότι στο πλαίσιο της διαφάνειας και της αξιοπιστίας των δημοσιονομικών μεγεθών ο κ. Αλογοσκούφης θα μας παρουσίαζε έναν προϋπολογισμό απαλλαγμένο από τις αδυναμίες του παρελθόντος. Αυτό δεν το είδαμε ούτε στον προϋπολογισμό του 2005 (τον πρώτο που μας παρουσίασε ο κ. Αλογοσκούφης) ούτε και στον υπό κατάρτιση προϋπολογισμό του επομένου έτους.

Ο κίνδυνος εκτροχιασμού στο σκέλος των εσόδων απορρέει από τη μετέωρη και αβάσιμη προσέγγιση της εσωτερικής και διεθνούς συγκυρίας που οδήγησε τους συντάκτες του νέου προϋπολογισμού στην αποδοχή «ασθενών» παραδοχών για τον υπολογισμό των μεγεθών του προϋπολογισμού και την υπερεκτίμηση των εσόδων. Και στο σκέλος των δαπανών παρουσιάζεται υποεκτίμησή τους λόγω του «ευσεβούς πόθου» του υπουργού Οικονομίας να περιορίσει το έλλειμμα, σύμφωνα με τις επιταγές των Βρυξελλών. Έτσι το προσχέδιο δείχνει ότι ο υπό κατάρτιση νέος προϋπολογισμός του επομένου έτους πάσχει από υψηλό κίνδυνο εκτροχιασμού ή συγκάλυψης των αποκλίσεων κατά την εκτέλεσή του με τη βοήθεια των τεχνασμάτων της «δημιουργικής λογιστικής». Πάντως το προσχέδιο δείχνει ότι ο κ. Αλογοσκούφης δεν κατάφερε να αποφύγει τα μετέωρα βήματα στην κατάρτιση του νέου προϋπολογισμού:

α) Στη σελίδα 8 μάς λέει ο κ. Αλογοσκούφης ότι έχουν εγκριθεί 166 επενδυτικά σχέδια ύψους 327 εκατ. ευρώ, δηλαδή κατά μέσο όρο 2 εκατ. ευρώ η κάθε επένδυση. Πρόκειται ασφαλώς για επενδύσεις «κατηγορίας πετεινού»!

β) Στη σελίδα 11 βλέπουμε να υπογραμμίζεται η αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης, η οποία όμως δεν οφείλεται στην ενίσχυση των εισοδημάτων των νοικοκυριών, αλλά στον υψηλό δανεισμό των τελευταίων, που στον τομέα των καταναλωτικών δανείων το πρώτο εξάμηνο του 2005 παρουσίασε αύξηση 32,9% και τώρα έχει υπερβεί το 40%. Μπορούμε, κ. Αλογοσκούφη, να στηρίξουμε αυτοτροφοδοτούμενη ανάπτυξη πάνω στην υπερχρέωση των νοικοκυριών; Ασφαλώς όχι. Άρα η αναπτυξιακή μας πορεία είναι λανθασμένη και πρέπει να διορθωθεί με την ενίσχυση των εισοδημάτων της μεγάλης κοινωνικής πλειονότητας. Στην ίδια σελίδα διαβάζουμε την πρόβλεψη του υπουργού ότι το 2005 έχουμε πραγματική αύξηση του μέσου μισθού (μετά την αφαίρεση του πληθωρισμού) κατά 2%. Ο κ. υπουργός ξέχασε την άνοδο του γενικού επιπέδου τιμών και γαντζώνεται από τον πληθωρισμό, δηλαδή από ένα αναξιόπιστο μέγεθος που δεν απεικονίζει απολύτως τίποτε. Και όμως τιμάται από την υπουργική γραφίδα!

γ) Στη σελίδα 17 του προσχεδίου ο υπουργός, μιλώντας για τον προϋπολογισμό ’05, μας λέει ότι «με τον προϋπολογισμό επιδιώχθηκε, μέσω της ήπιας δημοσιονομικής προσαρμογής, η ενδυνάμωση της οικονομικής ανάπτυξης και η ενίσχυση της απασχόλησης και της κοινωνικής συνοχής». Ωραία λόγια για να είναι αληθινά! Κατ’ αρχάς, καθόσον αφορά την απασχόληση, η ενίσχυσή της μέσω του κρατικού προϋπολογισμού επιτυγχάνεται με την αύξηση των πιστώσεων του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων (ΠΔΕ) και με την ενίσχυση του ρυθμού αύξησης της δημόσιας κατανάλωσης (πρόγραμμα προμηθειών του Δημοσίου και εκτέλεση δημοσίων έργων). Βασικά με τον τρόπο αυτόν ενισχύεται από το κράτος η απασχόληση και επιτυγχάνεται η ενδυνάμωση της οικονομικής ανάπτυξης. Όμως το 2005 είχαμε δραστικό περιορισμό των πιστώσεων του ΠΔΕ περίπου κατά 1,8 δισ. ευρώ. Όπως μας δείχνει ο πίνακας 2.4 (σελίδα 23 του προσχεδίου), οι πιστώσεις του ΠΔΕ το 2003 ήταν 8,5 δισ. ευρώ, το 2004 έφτασαν στα 9,5 δισ. ευρώ και το 2005 στα 7,7 δισ. ευρώ. Το 2005 έχουμε δραστική μείωση των πιστώσεων. Για το 2006, σύμφωνα με το προσχέδιο, οι πιστώσεις του ΠΔΕ θα φτάσουν στα 8,7 δισ. ευρώ, δηλαδή περίπου στο ύψος των πιστώσεων του 2003. Και με το δεδομένο της αύξησης των τιμών, με τις πιστώσεις του 2006 θα εκτελεστούν πολύ λιγότερα έργα. Όσο για τη δημόσια κατανάλωση, επισημαίνουμε ότι το 2004 σημείωσε ρυθμό αύξησης 3,9% σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος, το 2005 ο ρυθμός αύξησης συρρικνώθηκε στο 2,3% και για το 2006 προβλέπεται από το προσχέδιο ότι θα μειωθεί στο 1,2% (πίνακας 1.3, σελίδα 15 του προσχεδίου). Πού είναι, λοιπόν, κ. Αλογοσκούφη, η ενίσχυση της απασχόλησης και η ενδυνάμωση της ανάπτυξης; Συνεπώς ο προϋπολογισμός του 2005 δεν έπαιξε παρά ελάχιστα τον αναπτυξιακό του ρόλο.

Αν έχει κάποια αξία για τον λαό ο προϋπολογισμός, είναι για την εισοδηματική και για τη φορολογική πολιτική. Η εισοδηματική πολιτική είναι από χρόνια δοσμένη και θα εξακολουθήσει για χρόνια να είναι η ίδια, εκτός εάν ο λαός αποφασίσει να απαλλαγεί από τη διακυβέρνηση της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ. Απομένει ως κεντρικό σημείο αναφοράς για τον προϋπολογισμό η φορολογική πολιτική για τον επόμενο χρόνο. Ας δούμε, λοιπόν, τι προαναγγέλλει το προσχέδιο του προϋπολογισμού πάνω στο θέμα αυτό. Ο κ. Αλογοσκούφης υπολογίζει να εισπράξει το 2006 περίπου 1 δισ. ευρώ παραπάνω από τους άμεσους φόρους, δηλαδή 700 εκατ. ευρώ θα εισπραχθούν από τη φορολογία εισοδήματος φυσικών προσώπων, ενώ η επιπλέον επιβάρυνση από την αύξηση της φορολογίας των επιχειρηματικών κερδών ανέρχεται μόλις σε 120 εκατ. ευρώ. Επειδή τα εισοδήματα μισθωτών και συνταξιούχων αποτελούν την κύρια φορολογητέα ύλη στον φόρο εισοδήματος φυσικών προσώπων, τα 700 δισ. ευρώ επιπλέον θα αντληθούν από τους μισθωτούς βασικά και τους ελεύθερους επαγγελματίες. Και τούτο επειδή το φορολογικό τους βάρος στηρίζεται στο προοδευτικό σύστημα φορολόγησης, ενώ η φορολόγηση των επιχειρηματικών κερδών στηρίζεται στο αναλογικό σύστημα. Είναι και αυτό μία από τις βασικές αδυναμίες του φορολογικού μας συστήματος.

Στην έμμεση φορολογία η επιπλέον επιβάρυνση για το 2006 προβλέπεται να φτάσει περίπου τα 2 δισ. ευρώ, κυρίως από την αύξηση της απόδοσης του ΦΠΑ, στον οποίο, όπως έχει ήδη ανακοινωθεί, θα υπαχθούν και τα μεταβιβαζόμενα καινούργια ακίνητα. Το μέτρο αυτό σε συνδυασμό και με την αύξηση των αντικειμενικών αξιών των ακινήτων θα πρέπει να καλύψει πλήρως τις προσδοκίες του υπουργού Οικονομίας για αύξηση των φορολογικών εσόδων από τον ΦΠΑ. Σημειώνουμε τη δήλωση του κ. Αλογοσκούφη ότι δεν θα έχουμε επιβολή νέων φόρων το 2006 και αυτό σημαίνει ότι, εκτός απροόπτου, δεν θα υπάρξει αύξηση των συντελεστών του ΦΠΑ. Στην έμμεση φορολογία έχουμε και την αύξηση του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης στο πετρέλαιο θέρμανσης, σε συνδυασμό και με τις αυξητικές τάσεις των τιμών των καυσίμων που θα προκαλέσουν υπερέσοδα, για τον κρατικό προϋπολογισμό φυσικά.

Γενικά το σύνολο των φορολογικών εσόδων προβλέπεται στο προσχέδιο να αυξηθεί το 2006 περίπου κατά 3,1 δισ. ευρώ. Από 41,6 δισ. ευρώ, που υπολογίζεται ότι θα εισπραχθούν κατά τη φετινή χρονιά, θα φτάσουν το 2006 στα 44,66 δισ. ευρώ, δηλαδή θα παρουσιάσουν αύξηση 7,4%. Η αύξηση του ΑΕΠ σε τρέχουσες τιμές το 2006 δεν πρόκειται να υπερβεί το 6% με 6,5%, σύμφωνα και με τις εκτιμήσεις των διεθνών οικονομικών οργανισμών. Αυτό σημαίνει ότι η συνολική φορολογική επιβάρυνση θα αυξηθεί περίπου κατά μία μονάδα ως ποσοστό του ΑΕΠ σε έναν μόνο χρόνο. Προσωπικά φρονούμε ότι η αύξηση αυτή είναι δυσανάλογη με την αύξηση των εισοδημάτων και δύσκολα θα αντιμετωπιστεί από την οικονομία. Η διεθνής εμπειρία μάς διδάσκει ότι στις περιπτώσεις αυτές φουντώνει η φοροδιαφυγή ως άμυνα των φορολογουμένων. Πρέπει ακόμη να σημειώσουμε ότι η υπερφορολόγηση σε συνδυασμό με την υπερχρέωση επιχειρήσεων και νοικοκυριών αποτελεί εκρηκτικό μείγμα στα θεμέλια της οικονομίας, καθώς δημιουργεί κίνδυνο για επιβράδυνση του ρυθμού ανάπτυξης παρά τις αντίθετες αισιόδοξες προβλέψεις του κ. Αλογοσκούφη. Ήδη αυξάνεται αλματωδώς η υπερχρέωση. Και η αύξηση των διαμαρτυρομένων επιταγών των μικρομεσαίων επιτηδευματιών χτυπάει καμπανάκι κινδύνου. Τους φόβους μας αυτούς ενισχύει και το γεγονός των υψηλών τιμών πετρελαίου, που δεν δείχνουν τάσεις υποχώρησης, καθώς και ο περιορισμός (μείωση) του ρυθμού αύξησης της δημόσιας κατανάλωσης, που από 2,7% το 2005 προβλέπεται στο προσχέδιο να μειωθεί στο 1,2% το 2006 (πίνακας 1.3, σελίδα 15 του προσχεδίου). Και η πρόβλεψη είναι ότι το 2006 θα έχουμε και μείωση της ιδιωτικής κατανάλωσης λόγω της υπερχρέωσης των νοικοκυριών. Υπερχρέωση και υπερφορολόγηση απειλούν όχι μόνον την αναπτυξιακή μας πορεία, αλλά και την εκτέλεση του κρατικού προϋπολογισμού. Θα παρουσιαστούν σημαντικές αποκλίσεις, καθόσον αφορά την είσπραξη των προϋπολογιζομένων φορολογικών εσόδων. Έχει παρατηρηθεί ότι καθ’ ο ποσοστό η αύξηση της φορολογικής επιβάρυνσης υπερβαίνει την αύξηση του ΑΕΠ σε τρέχουσες τιμές, πολλαπλασιάζεται ο κίνδυνος εκτροχιασμού του προϋπολογισμού, τουλάχιστον στο σκέλος των εσόδων. Γι’ αυτό και στην αρχή μιλήσαμε για βέβαιο κίνδυνο εκτροχιασμού του προϋπολογισμού του 2006. Διαβλέπουμε ότι οι περισσότερες παραδοχές πάνω στις οποίες στηρίζεται η κατάρτισή του, όπως αυτές προκύπτουν από το προσχέδιο, φαίνεται απίθανο να επαληθευτούν. Ελπίζουμε στο οριστικό σχέδιο του προϋπολογισμού ’06 που θα κατατεθεί τον επόμενο μήνα στη Βουλή για έγκριση, να επέλθουν ορισμένες τροποποιήσεις, ώστε να υπάρξει κάποια προσέγγισή του με τη σημερινή πραγματικότητα.

Και μερικές παρατηρήσεις όσον αφορά τις κρατικές δαπάνες της επόμενης χρονιάς. Οι πρωτογενείς δαπάνες προβλέπεται να αυξηθούν σε ποσοστό 6,4% σε σύγκριση με αυτές της φετινής χρονιάς. Η αύξηση αυτή φαίνεται να ευθυγραμμίζεται με τον πιθανό ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ σε τρέχουσες τιμές. Επειδή η εμπειρία διδάσκει ότι όλα τα χρόνια οι κρατικές δαπάνες παρουσιάζουν υπερβάσεις ενίοτε σημαντικές, το ποσοστό αύξησής τους θα ανέβει. Έτσι ο υπουργός Οικονομίας δεν μπορεί να ισχυρίζεται ότι πέτυχε συγκράτηση των πρωτογενών δαπανών κατά το 2005, αλλά ούτε και κατά το 2006. Και όμως η δημοσιονομική εξυγίανση και ο περιορισμός των ελλειμμάτων θα πρέπει να στηριχθούν κατά κύριο λόγο στη συγκράτηση των δαπανών, δηλαδή στον περιορισμό του σπάταλου κράτους. Ο δρόμος που ακολούθησαν οι προηγούμενες κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και συνεχίζει να ακολουθεί και η σημερινή κυβέρνηση είναι: «Υπερφορολόγηση για περιθώρια αύξησης των δαπανών». Αυτό, όμως, πέρα από το γεγονός ότι δεν βοηθάει στην προσπάθεια για δημοσιονομική εξυγίανση, πλήττει και την αναπτυξιακή μας πορεία. Η υπερφορολόγηση «φρενάρει» τα μακροοικονομικά μεγέθη και οδηγεί σε ασφυκτικό μικροοικονομικό περιβάλλον ειδικά για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Και ασφαλώς και για τα νοικοκυριά. Αλλά για τις δαπάνες θα πούμε περισσότερα κατά την κατάθεση του προϋπολογισμού ’06, οπότε θα έχουμε και τους αναλυτικούς πίνακες των κρατικών δαπανών.

Θα μπορούσε κανείς να σχολιάσει και να κριτικάρει πολλά σημεία του προσχεδίου και της έκθεσης του υπουργού Οικονομίας που το συνοδεύει. Ας περιμένουμε, όμως, το οριστικό σχέδιο του νέου προϋπολογισμού για να έχουμε σαφέστερη εικόνα των δημοσιονομικών εξελίξεων και των πραγματικών στόχων του προϋπολογισμού ’06, καθώς και τυχόν οριακές μεταβολές στο προσχέδιο, ξέχωρα από τις καθιερωμένες πλέον υπουργικές ωραιοποιήσεις της οικονομικής κατάστασης, που έγιναν συνήθεια, καθώς οι κυβερνήσεις απανταχού της Γης έχουν προ πολλού καταργήσει τα όρια μεταξύ ψεύδους και αλήθειας. Πέρα όμως από τις ωραιοποιήσεις, το προσχέδιο προδίδει μια υποβόσκουσα ανησυχία για τις γενικότερες εξελίξεις στην ελληνική αλλά και τη διεθνή οικονομία κατά το 2006. Και αυτή η ανησυχία αποτυπώνεται στις προβλέψεις για τις επιδόσεις της οικονομίας μας κατά την επόμενη χρονιά. Αναμφίβολα δύσκολη χρονιά και το 2006 για τα νοικοκυριά. Και παγερή λόγω πετρελαίου.


Σχολιάστε εδώ