Όχι στον εκβιασμό της βρετανικής προεδρίας…

Θέλει να αφήσει ανοικτό το πεδίο για την προώθηση του Σχεδίου Ανάν και δύο συνιστώντων κρατών. Αντιτίθεται για αυτό σφόδρα στην de facto αναγνώριση της Κύπρου από την Τουρκία. Σε μια τέτοια περίπτωση, θα αναδεικνυόταν σε πρώτη θέση η κατοχή από την Άγκυρα ευρωπαϊκού εδάφους. Η βρετανική προεδρία εκβιάζει την ελληνική πλευρά ότι αν δεν συμβιβαστεί για να εκδοθεί κοινή δήλωση των «25», αποδεκτή και από τη Μ. Βρετανία, δεν θα εκδοθεί δήλωση των «25». Θα παραμείνει στο τραπέζι η μονομερής δήλωση της βρετανικής προεδρίας.

Συμφέρει όμως την Ελλάδα να εκδοθεί μια κακή δήλωση των «25» που δεν θα την καλύπτει, αλλά επιπλέον θα τη δεσμεύει; Η δήλωση της προεδρίας δεν δεσμεύει τους «25». Η ελληνική πλευρά χρειάζεται, βεβαίως, μια δήλωση, γιατί προφανώς θα ήταν μεγάλη ήττα εάν η τουρκική διακήρυξη δεν αντισταθμιζόταν από μια ικανοποιητική δήλωση των «25».

Γιατί όμως η βρετανική προεδρία μπορεί και εκβιάζει την ελληνική πλευρά; Διότι η ελληνική πλευρά δένει μόνη της τα χέρια της. Αφοπλίζεται μονομερώς διπλωματικά με την πολιτική της ότι δήθεν συμφέρει την Ελλάδα να αρχίσουν πάση θυσία οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις της Τουρκίας. Αυτό είναι το μεγάλο λάθος, το στρατηγικό λάθος της ελληνικής πλευράς που εγκλωβίζει και φαλκιδεύει τις επιλογές της. Το συμφέρον για την έναρξη των ενταξιακών της διαπραγματεύσεων ας το δει και ας το υπηρετήσει πρώτη η Άγκυρα, που είναι η πρώτη ενδιαφερόμενη. Αυτή δημιούργησε το πρόβλημα με την διακήρυξή της κατά την υπογραφή του Πρωτοκόλλου.

Η ελληνική πλευρά να αφήσει λοιπόν ανοικτά όλα τα ενδεχόμενα στην διαπραγμάτευση του κειμένου της δηλώσεως που θα συνεχισθεί την Πέμπτη. Την πρωτοβουλία μπορεί να έχει η Κύπρος, που είναι η άμεσα ενδιαφερόμενη, υπό την προϋπόθεση ότι θα έχει τη στήριξη σε αυτό της Ελλάδος και άλλων φιλικών χωρών. Οι τελευταίες έκαναν απολύτως σαφή τη θέση τους ότι η Τουρκία δεν μπορεί να κάνει διακρίσεις και να αμφισβητεί ένα κράτος μέλος.

Αποδοχή κειμένου, στο όνομα των «25», που θα άφηνε σκιά σε ό,τι αφορά την υπόσταση της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση, θα ισοδυναμούσε με φαλκίδευση του στρατηγικκού πλεονεκτήματος που απέκτησε η Κύπρος με την ένταξη και με απεμπόληση εθνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων. Ομολογουμένως, έχουμε ανάγκη από νέα στρατηγική, που θα λαμβάνει υπ’ όψιν την ένταξη της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση και τα νέα δεδομένα που έχουν διαμορφωθεί σήμερα στην Ευρώπη.


Σχολιάστε εδώ